Αν η ζωή είναι μια αλυσίδα που σχηματίζουν όλοι οι άνθρωποι που ζουν σε αυτή τη γη, μπορούμε να φανταστούμε την κάθε καινούργια γενιά σαν ένα κρίκο, που προστίθεται στην άπειρη σειρά των κρίκων, που ήδη υπάρχουν, η απαρχή των οποίων χάνεται στα βάθη της αιωνιότητας.
Κάθε γενιά και ένας κρίκος:
Πρώτα οι γονείς, μετά εμείς, μετά τα παιδιά μας, μετά τα παιδιά των παιδιών μας. Κάθε κρίκος πιο γερός από τον προηγούμενο, πιο λειτουργικός και μακάρι, πιο ωραίος.
Αν η ζωή σε αυτή τη γη είναι μια θάλασσα, κάθε καινούργια γενιά είναι σαν ένα από τα κύματα που, σειρά με τη σειρά, έρχονται από τα βάθη του χρόνου για να σκάσουν στην ακρογιαλιά.
Κάθε γενιά και ένα κύμα, που το σχηματίζουν όλοι οι άνθρωποι οι οποίοι εκείνη την εποχή, και ο καθένας είναι απλώς μία από τις σταγόνες του.
Μερικοί φέρνουν μαζί τους από το βυθό ένα χαλίκι, ένα κοχύλι και το αφήνουν στην αμμουδιά για να την ομορφύνουν.
Το ένα, λόγου χάρη, το άφησε ο Σωκράτης, το άλλο ο Σαίξπηρ, ένα τρίτο, πάλι, ο Κομφούκιος ή ο Μπετόβεν – και άλλοι πολλοί οι οποίοι έτσι διαμόρφωσαν την όψη της ακρογιαλιάς.
Οι περισσότεροι άνθρωποι όμως, αφού διανύσουν τη δική τους διαδρομή, φτάνουν στην ακρογιαλιά, μικρές σταγόνες που για λίγο λάμπουν στον ήλιο και μετά βυθίζονται στην άμμο.
Το κύμα που προηγήθηκε τους άνοιξε το δρόμο, και αυτοί, με τη σειρά τους, ανοίγουν το δρόμο για το κύμα που ακολουθεί.
Πρώτα οι γονείς, μετά τα παιδιά, μετά τα παιδιά των παιδιών.
Κάθε νέο κύμα και μια καινούργια γενιά, πιο θαρραλέα από την προηγούμενη, πιο δυναμική και μακάρι, πιο σοφή.